Συνέντευξη με τον λογοτέχνη Αλέξανδρο Γ. Τσαγκαρέλλη - ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ - ΚΕΦΑΛΟΣ

To Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς για το βιβλίο, τη λογοτεχνία, την ποίηση, τους λογοτέχνες και τις τέχνες.

ΝΕΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Κυριακή 5 Ιουλίου 2020

Συνέντευξη με τον λογοτέχνη Αλέξανδρο Γ. Τσαγκαρέλλη - ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ




Ο «ΚΕΦΑΛΟΣ - Το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς» έχει ξεκινήσει μία νέα δράση με τίτλο: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ» (ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ 4ο ΤΟΜΟ γίνονται δεκτές έως τις 31/12/2020 - ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ: ΕΔΩ) και προσκαλεί όλους τους Λογοτέχνες, Ποιητές και Συγγραφείς να συμμετάσχουν σ' αυτήν. Σκοπός της εν λόγω δράσης είναι η προβολή μέσω αφιερωμάτων και συνεντεύξεων των σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών, Ποιητών και Συγγραφέων, είτε έχουν εκδώσει κάποιο βιβλίο είτε όχι και η δημιουργία του τέταρτου τόμου της «Εγκυκλοπαίδειας των Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών», η οποία έχει συσταθεί σε μία ανεξάρτητη ιστοσελίδα με τη μορφή ηλεκτρονικών τόμων και την έκδοση δωρεάν e-book.
Στη σημερινή μας παρουσίαση στα πλαίσια της δράσης: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ», θα σας παρουσιάσουμε τον λογοτέχνη, Αλέξανδρο Γ. Τσαγκαρέλλη, ο οποίος συμμετέχει στην «Εγκυκλοπαίδεια Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών» και απάντησε στις ερωτήσεις του Δημοσιογράφου, Λογοτέχνη και Εκδότη του Περιοδικού Κέφαλος, κ. Πλούταρχου Πάστρα, για το λογοτεχνικό του έργο, τα βιβλία και τη λογοτεχνία. 


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ Γ. ΤΣΑΓΚΑΡΕΛΛΗ


1. Αν έπρεπε να δώσετε έναν ορισμό για τη λογοτεχνία, ποιος θα ήταν αυτός;

«Η τέχνη του λόγου σε γραπτή μορφή». Αυτός είναι ο ορισμός της λογοτεχνίας. Μία τέχνη που έχει για υλικό της την γλώσσα, τον λόγο, όπως ακριβώς οι άλλες τέχνες έχουν τα δικά τους υλικά. Αν είσαι μάστορας, αν ξέρεις δηλαδή να δουλεύεις σωστά την πρώτη ύλη, τότε παράγεις αυτό που λέμε ‘λογοτεχνία’.

2. Τι μπορεί να προσφέρει η λογοτεχνία στο σύγχρονο άνθρωπο;

Αν υποθέσουμε πως η φράση «Κάθε βιβλίο είναι κι ένα ταξίδι» δεν απέχει από την πραγματικότητα, είναι μια σωστή απεικόνιση της, τότε μπορούμε κάλλιστα να καταλάβουμε ότι η λογοτεχνία είναι το όχημα για να ζήσουμε κάποιες απολαυστικές στιγμές, είναι το μέσον που θα καλλωπίσει την στεγνή, κι ίσως άγευστη εικόνα της ζωής την οποία έχουμε στην καθημερινότητά μας, και παραπέρα, μέσω του ονείρου, θα μας δώσει το κίνητρο και τη δύναμη να την αντιμετωπίσουμε. Σε μια τηλεοπτική μου συνέντευξη, πριν λίγο καιρό, παρομοίασα την λογοτεχνία με το αλάτι που νοστιμίζει κάποιο, οποιοδήποτε απλό πιάτο, όπως π.χ. τις τηγανιτές πατάτες. Ακόμα, η λογοτεχνία μπορεί να εργαλειοποιηθεί, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μέσο για την αποτύπωση κάποιων γνώσεων, ή ιδεών, άλλοτε κρίνοντας τες θετικά, άλλοτε κατακρίνοντάς τες, και να ενημερώσει, ή να προβληματίσει τον αναγνώστη, οδηγώντας τον σε νέες θεωρήσεις και συμπεράσματα. 

3. Η ποίηση στις ημέρες μας δεν έχει τη θέση που κατείχε παλαιότερα. Για ποιο λόγο πιστεύετε πως συμβαίνει αυτό και πως θεωρείτε ότι θα είναι το μέλλον της;

Δεν νομίζω ότι θα συμφωνήσω με τη θέση σας ότι η ποίηση δεν έχει τη θέση που είχε παλαιότερα. Η ποίηση ήταν, είναι, και θα παραμείνει ο καλύτερος τρόπος έκφρασης του εσώτερου κόσμου και των συναισθημάτων του ανθρώπου απέναντι στην ξηρότητα και την άπνοια της τεχνολογίας που προοδεύει αλματωδώς και κατακυριεύει τις ζωές μας. Για τούτο η αντίδραση είναι αντίστοιχα μεγάλη, με πάρα πολλές εκδόσεις ποιητικών συλλογών. Η ποίηση εξακολουθεί να είναι η μαγική ενέργεια που μετουσιώνει το κάθε τι σε ουσία ευγενική η οποία ακουμπά τις ευαίσθητες ψυχές , τις αναταράζει και τις ανεβάζει στα ύψη. Ο άνθρωπος την έχει ανάγκη και γι’ αυτό θα συνεχίσει να διατηρεί την θέση της. 

4. Και τώρα μία δύσκολη ερώτηση. Τι σημαίνει για σας ποίηση;

Πραγματικά είναι δύσκολη η ερώτηση, γιατί δεν έχει ακόμα δοθεί ένας γενικά αποδεκτός ορισμός της ποίησης. Έχουν ειπωθεί πολλά κατά καιρούς, έχουν διατυπωθεί ορισμοί από αδιαμφισβήτητα μεγάλους ανθρώπους του πνεύματος, όπως ο Ρίλκε, ο Καρλάϋλ, ο Βαλερύ, ο Πόε, όπως για παράδειγμα το ‘μάγεμα’, καθώς το ονομάζει ο Μπωντλέρ όταν η ‘βαθιά ψυχική εμπειρία συγκροτεί και γεννά μέσα μας αυτό το συνονθύλευμα των λέξεων και των φθόγγων που αγκαλιάζονται, φιλούν κι ενώνονται ο ένας με τον άλλο’παράγοντας το ποίημα. Απαντώντας στην προηγούμενη ερώτηση έδωσα, πιστεύω, και την απάντηση στο τι σημαίνει για μένα ποίηση.

5. Πότε ξεκινήσατε ν’ ασχολείστε με την τέχνη του λόγου και ποιος ήταν ο λόγος που σας παρότρυνε;

Ξεκίνησα την εποχή που σπούδαζα την Ελληνική, Αγγλική και Αμερικανική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όταν άρχισα να συναναστρέφομαι ανθρώπους, συμφοιτητές μου, οι οποίοι μου άνοιξαν την πόρτα στην λογοτεχνία. Ιδιαίτερο ρόλο όμως έπαιξαν κάποιοι καθηγητές μου, οι οποίοι εκτιμώντας τις αντιδράσεις μου, τα σχόλια και τις ερωτήσεις μου σχετικά με τα όσα άκουγα να βγαίνουν από το στόμα τους, με προέτρεψαν να ασχοληθώ περισσότερο με την τέχνη του λόγου. Τέλος, ο διευθυντής σύνταξης μιας τοπικής εφημερίδας της Μυτιλήνης, διαβάζοντας ένα μικρό κείμενό μου, μου ζήτησε να γράψω κάτι που θα μπορούσε να φιλοξενηθεί στην εφημερίδα εκείνη. Πράγμα που έγινε με μεγάλη επιτυχία και... ιδού τα αποτελέσματα.   

6. Γιατί γράφετε;

Γράφω διότι υπάρχει κάτι μέσα μου που με σπρώχνει σ’αυτό, και προσπαθώντας να το εξηγήσω ο ίδιος στον εαυτό μου, όταν το αντιλήφθηκα, στράφηκα κάποια στιγμή προς στο παρελθόν μου, τα νεανικά μου χρόνια, όταν ήρθα σε επαφή με την τέχνη γενικότερα. Οι πρώτες προσπάθειές μου, που ξεκίνησαν πολύ νωρίς με την ενασχόλησή μου στη ζωγραφική και την μουσική, μου έδιναν μεν μια κάποια ικανοποίηση, αλλά τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά. Έτσι, όταν στράφηκα στο γράψιμο κι ένιωσα την μεγάλη αυτή ευχαρίστηση του να βλέπω ένα αποτέλεσμα πολύ καλύτερο, και παράλληλα να εισπράττω την ανάλογη ανταπόκριση από κάποιους συνανθρώπους μου που διατηρούν ένα ενδιαφέρον στην τέχνη, κατέληξα στο γράψιμο. Αυτή η μορφή της τέχνης με κέρδισε! 

7. Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας; 

Η ελληνική ιστορία και η ελληνική κοινωνία κατά κύριο λόγο. Σε κάποιες περιπτώσεις βέβαια, υπάρχουν και βιωματικά στοιχεία,  τα οποία είναι φυσικό να αποτελούν πηγές έμπνευσης.

8. Με ποιο λογοτεχνικό είδος ασχολείστε περισσότερο;

Με το μυθιστόρημα, μιας και τούτο με τραβάει περισσότερο, αλλά κατά καιρούς, ανάλογα με την έμπνευση πάντα, γράφω διηγήματα, ποιήματα, ή ακόμα και θεατρικά έργα.

9. Μιλήστε μας για το λογοτεχνικό σας έργο.

Έχουν εκδοθεί και κυκλοφορούν στην χώρα μας τα εξής έργα μου: 

Μυθιστορήματα: 1)Σταγόνες στην Πέτρα, 2)Αλκαίος ο Λέσβιος, 3) Η Λίμνη της Φωτιάς, 4) Εύρηκα!, 5) Η τελευταία θυσία, 6) Μια παλιά ιστορία, 7) Το Ουρανόδροσο, 8) Φωνές της Σιωπής

Στο εξωτερικό κυκλοφορεί η μετάφραση του Αλκαίος ο Λέσβιος, με τον τίτλο Once upon a time, on Lesbos.

Διηγήματα Ο Χαμός του Γιώργη και άλλες ιστορίες, 

και τέλος η έμμετρη θεατρική σάτιρα Τ’ Ανεμογκάστρι

Διηγήματά και ποιήματά μου, έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς σε διάφορα περιοδικά και συλλογικές εκδόσεις. 

Έχω τιμηθεί με Β! Βραβείο Μυθιστορήματος, Γ! Βραβείο Θεατρικού έργου και Α! Έπαινο Ποίησης σε Πανελλήνιους Διαγωνισμούς.


10. Πείτε μας λίγα λόγια για το τελευταίο σας βιβλίο που έχει τίτλο: «ΦΩΝΕΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ».  

Είναι ένα βιβλίο που κυοφορήθηκε στο μυαλό μου πριν μια δεκαετία περίπου, και που ολοκληρώθηκε λίγο πριν την προκήρυξη ενός Πανελλήνιου Διαγωνισμού, μερικά χρόνια πριν. Το υπέβαλα τότε και κέρδισα το Β! Βραβείο, πράγμα που οδήγησε στην έκδοσή του. Είναι μια πινακοθήκη προσωπογραφιών, οι «εκ βαθέων μονόλογοι» ανθρώπων που μιλούν μέσα από τον τάφο τους, ελεύθεροι από κάθε φόβο για τις συνέπειες των όσων αναθυμούνται κι αποκαλύπτουν, όσων δεν τολμούσαν να πουν όντας ζωντανοί, βγάζοντας στην επιφάνεια τις πιο μύχιες σκέψεις, συναισθήματα, ανομολόγητες πράξεις τους, αλλά και μυστικά που κρατούσαν επιμελώς κρυμμένα όσο που ζούσαν. 
Για την συγγραφή του βιβλίου αυτού εμπνεύστηκα από τα επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας αλλά και το ποιητικό έργο του αμερικανού Έντγκαρ Λη Μάστερς,  «Ανθολογία του Σπουν Ρίβερ», μιας και η καταγγελτική γραφή σε ότι ονομάζουμε κοινωνικά και ηθογραφικά θέματα ενυπάρχει σε πολλά έργα μου.      

11. Ποια είναι η αγαπημένη σας ώρα μέσα στην ημέρα που κάθεστε και γράφετε;

Συνήθως οι βραδινές ώρες, όταν μπορώ να απομονώνομαι, μπορώ να συγκεντρωθώ στο έργο της συγγραφής χωρίς περισπασμούς. 

12.  Πως είναι η ζωή ενός λογοτέχνη στα χρόνια της κρίσης;

Από την άποψη της ελαχιστοποίησης των εξόδων από το σπίτι του, λόγω της μείωσης του εισοδήματος σαν συνέπεια της οικονομικής κρίσης, η κατάσταση αυτή βοηθά στην μεγαλύτερη παραγωγή έργου, μιας και οι ώρες που περνά στο πληκτρολόγιο ,γράφοντας είναι πολύ περισσότερες. Από την άλλη πλευρά όμως, εκείνη της κυκλοφορίας και πώλησης των βιβλίων, και παραπέρα της δημιουργίας αντιστοίχων εσόδων τα πράγματα γίνονται απογοητευτικά. Ο λογοτέχνης σήμερα, είναι ένας εργαζόμενος που αμείβεται ελάχιστα, ή και καθόλου. Συνεχίζει όμως να εργάζεται γιατί αγαπάει αυτό που κάνει. 

13. Πως θα χαρακτηρίζατε τη λογοτεχνική παραγωγή σήμερα;

Θα την χαρακτήριζα σαν μια πλημμυρίδα εκδόσεων κάθε είδους, κάτι που εκτός από την καλή του όψη έχει και την άλλη, την κακή, διότι ο αναγνώστης δεν είναι σε θέση να διαβάσει τόσα πολλά βιβλία και να σχηματίσει τη δική του άποψη για το προσφερόμενο υλικό, οπότε είναι πιθανό να χάσει πολύτιμο χρόνο (και χρήμα) σε βιβλία κατώτερα των απαιτήσεών του.

14. Ποιο θεωρείτε πως είναι το μυστικό της επιτυχίας ενός Best Seller;

Μιλώντας ξεκάθαρα και χωρίς ενδοιασμούς, έχω να πω ότι υπάρχει ένα (και ίσως και να είναι το μόνο) στοιχείο που φέρνει σήμερα στην ‘επιτυχία ενός Best Seller’και δεν είναι άλλο από την δημόσια προβολή, ή αλλιώς promotion. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις, όπως σε κάθε κανόνα. 

15. Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα στο έντυπο ή στο ηλεκτρονικό βιβλίο, εσείς ποιο θα επιλέγατε; 

«Το έντυπο βεβαίως!» θα ήταν η απάντηση που ενστικτωδώς θα έδινα. μιας και ανήκω στην συνομοταξία εκείνη των αναγνωστών που μεγάλωσαν με το έντυπο βιβλίο στο χέρι, αλλά πάλι, σκέπτομαι πως η συντελούμενη εξέλιξη της ζωής στη βάση της τεχνολογίας μπορεί να με κάνει να παραδεχτώ πως η απάντηση αυτή δεν είναι η καλύτερη.     

16.  Ποια συμβουλή θα δίνατε σ’ ένα νέο λογοτέχνη;

Να έχει μελετήσει καλά τα γεγονότα της εποχής στην οποία διαδραματίζεται το στόρι του έτσι ώστε να αποφύγει λάθη, ασυνέπειες και αναχρονισμούς. 

17. Τώρα ας περάσουμε στην πλευρά του αναγνώστη. Ποιο είναι το τελευταίο βιβλίο που διαβάσατε;

«Ο Κισσός της λήθης», της Ρίκας Χρυσανθοπούλου. 

18. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;

Είναι οι συγγραφείς ιστορικών, κοινωνικών και ψυχογραφικών μυθιστορημάτων οι οποίοι μας δίνουν την εικόνα της ζωής, είτε του παρελθόντος (που σαφώς έχει επηρεάσει το σήμερα), είτε των προβλημάτων που κυριαρχούν σήμερα, στη δική μας ζωή και την διαμορφώνουν, εξ ου και το δικό μου ενδιαφέρον. Πολλοί είναι αυτοί, όπως π.χ. ο Άγγελος Τερζάκης, ο Στρατής Μυριβήλης, ο Κων. Θεοτόκης, ο Ηλίας Βενέζης, η Διδώ Σωτηρίου, ο Θανάσης Βαλτινός, η Λιλή Ζωγράφου, ο Βασίλης Βασιλικός, ο Κώστας Ταχτσής, ο Δημήτρης Χατζής, ο Τζωρτζ Όργουελ, κι άλλοι πολλοί, πάρα πολλοί, που είναι αδύνατο να αναφέρω δίχως να εξαντλήσω τον χώρο που μου δίνεται. 

19. Ποια είναι τ’ αγαπημένα σας βιβλία;

Η Πάπισσα Ιωάννα, του Ε. Ροΐδη, Καλά, εσύ πέθανες νωρίς, του Χ. Μίσσιου, Εθελοντές της κακουχίας, του Πρ. Πανταζή, Το όνομα του Ρόδου, του Ουμπέρτο Έκο, Πήραν την Πόλιν, Πήραν την, της Μαρίας Λαμπαδαρίδου-Πόθου, και φυσικά αρκετά άλλα. 

20. Τελευταία ερώτηση. Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια στο χώρο της λογοτεχνίας;

Τί άλλο εκτός από το να δω τα κάποια έργα που έχω στο συρτάρι μου, και όσα καταφέρω να γράψω στο προσεχές μέλλον, να εκδοθούν, να κυκλοφορήσουν και να γίνουν γνωστά στο ευρύ κοινό. 


*     *     *






Στην Ποιήτρια που χάθηκε.*
(του Αλεξάνδρου Γ. Τσαγκαρέλλη)

                                                                         “Every poem is an epitaph”

                                                                          T. S. Eliot – Four Quartets



Γράψε μου, αν θέλεις, στείλε δυό γραμμές,

Δυό λόγια, αν θέλεις, γράψε μου, σε ρίμα,

Γύρισε πίσω, αν θέλεις, όπως και προχθές, 

Που ήρθες μεσ’ τον ύπνο μου, τί κρίμα,


Που ξύπνησ’ άκαιρα, δεν πρόλαβα καλά να βρω

Τον τρόπο να σ’ υποδεχτώ όπως σου έπρεπε,

Να σου φιλήσω το μικρό χεράκι σου τ’ αβρό,

Το ίδιο χέρι που σε στίχους μουσικούς διέπρεπε


Να σε τρατάρω βύσινο γλυκό, να αποξεχαστώ

Στην ήρεμη απαγγελία σου, το λόγο σου να ασπαστώ,

Να τρέμω, να ριγώ, ν’ αναγαλιάζω μέσα μου, κρυφά


Την κάθε λέξη που ξεστόμιζες με μουσική, σαν χάδι

Θαρρείς και ήταν το πιό σπάνιο, πολύτιμο πετράδι,   

Ποιήτρια σεμνή, των αστεριών ομάδι τώρα μοναχά.


Γράψε μου, αν θέλεις, δυό στιχάκια, δυό γραμμές

Το επιτάφιο επίγραμμά σου, βόηθα με να φτιάξω.   



* Πρωτοδιαβάστηκε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, στις 27 Μαΐου 2008, στην εκδήλωση της Ενωτικής Πορείας Συγγραφέων και του περιοδικού ‘ΟΜΠΡΕΛΑ’, αφιερωμένη στην μνήμη της ηθοποιού, μεταφράστριας και ποιήτριας Πίτσας Μπουρνόζου. 

Κέρδισε τον Α! Έπαινο σε Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης με μέλη της Κριτικής Επιτροπής τους: Κατερίνα Αγγελλάκη-Ρουκ, Ισίδωρο Ζουργό, Γιάννη Τζαννή, Αντώνη Φωστιέρη και Παντελή Τσαλουχίδη. 








HOMO  ERECTUS
(του Αλεξάνδρου Γ. Τσαγκαρέλλη)


Ο Τόπας γύρισε το μακρουλό κεφάλι του και με κοίταξε ξαφνιασμένος. Τα μικροσκοπικά γυάλινα μάτια του πήρανε απότομα ζωή. «Είσαι σίγουρος;» με ρώτησε. «Είσαι σίγουρος σίγουρος;»
«Εεε! Πήγαινε ρώτα και τον Κερκυραίο! Ζήτησέ του να στο μεταφράσει κι αυτός. Αλλά, τί στο διάβολο, αφού το βλέπεις κι εσύ που γράφει ‘baby’. Δεν ξέρεις τι θα πει ‘baby’; Το ξέρεις! Αλλά, πήγαινε και στον Κερκυραίο. Τα αγγλικά του φτάνουνε για να σου επιβεβαιώσει αυτό που σου είπα.
Του έβαλα το γράμμα της Γιαπωνέζας στα χέρια, στην παλάμη του, που ήτανε υγρή και κολλούσε. 
«Τί θα κάνω τώρα;» Η φωνή του έσπασε. Ήτανε να βάλει τα κλάματα.
«Τίποτα! Τί μπορείς να κάνεις;» απάντησα σηκώνοντας του ώμους μου. «Ότι ήτανε να γίνει, έγινε». συμπλήρωσα. «Μπορεί και να ’χει κάνει έκτρωση! Ξέρεις! Να το ρίξει! Αφού είχες το γράμμα της πέντε μήνες στην τσέπη και δεν απαντούσες, εκείνη έπρεπε ν’ αποφασίσει γρήγορα. Δεν φαντάζομαι να πιστεύεις πως θ’ αυτοκτόνησε κιόλας;»

Ο Τόπας έσκυψε το κακοσχηματισμένο κρανίο του κι έκρυψε το πρόσωπό του, να μη τον βλέπω που έκλαιγε.
«Δεν κατάλαβα που μιλούσε για εγκυμοσύνη!» μουρμούρισε. «Νόμιζα πως για μένα ήταν το ‘baby’. Θα είναι πεθαμένη τώρα! Πεθαμένη!»
Οι λυγμοί του βουβοί, τινάζανε τους αδύνατους ώμους του και το φτενό του κορμί έτσι που νόμιζες πως είχε μιαν αλογόμυγα στη ράχη του, μια πεινασμένη αλογόμυγα, που τον τσίμπαγε ανελέητα.

Δεν μπορούσα να μη τον λυπηθώ, αλλά πάλι, καταλάβαινα απόλυτα εκείνη την ώρα γιατί είχε γίνει στόχος ολονώνε στα χοντρά και φορές χυδαία πειράγματα των άλλων στρατιωτών μέσα στο λόχο. Ήτανε πειρασμός. Μια καρικατούρα ανθρώπου, σαν εξωγήινος, κάνε στη φάτσα, κάνε στο κορμί. Το χειρότερο όμως, ήταν που δεν είχε τρόπο θαρρείς να εκφραστεί, να πει δυό κουβέντες σωστές, τη μια δίπλα στην άλλη, μ’ αποτέλεσμα να τρώει αμέτρητες φάπες στο στραβοχυμένο του καύκαλο. Μονάχα εγώ δεν τον πείραζα, έτσι που πάντα είχα μια συμπάθεια σε κάθε αδικημένο απ’ τη φύση, κάθε ψυχούλα που υπέφερε άδικα επειδή ο Πλάστης έκανε λάθος στο καλούπι. Γιατί τον είχα για ψυχούλα τον Τόπα, τον έβλεπα με συμπάθεια, που θολώνανε τα γυαλένια του μάτια κάθε που τον βαρούσανε κι εκείνος έσφιγγε τα χείλια, λεπτά και άχρωμα που ήτανε έτσι κι αλλιώς, τα έσφιγγε και χανότανε κάτ’ από τη μυτόγκα του, δίχως λέξη, δίχως άχνα καμιά να βγάλει, να διαμαρτυρηθεί. 
«Δεν μπορώ να το πιστέψω!» ψέλλισε ανάμεσα στ’ αναφιλητά του. Απ’ τη κορφή της μύτης του, γλιστρούσανε και πέφτανε στη γης χοντρές σταγόνες, καυτά δάκρυα. «Δεν μπορώ!»
«Καλά! Μην κάνεις έτσι!» προσπάθησα να τον παρηγορήσω. «Πάρε τσιγάρο, να ηρεμήσεις πρώτα και βλέπουμε ύστερα!» Έβαλα το πακέτο μου μπροστά στα μούτρα του, λίγο πιο έξω, να μη μου το βρέξει με τα δάκρυα και τις μύξες που ανακατευόντουσαν εκεί στην άκρη της μύτης του.

Ο Τόπας πήρε δυό τσιγάρα κι έστριψε απότομα, να φύγει, αλλά τον σταμάτησε η αγριοφωνάρα του Δόκιμου, που ήτανε και πατριώτης του.
«Τόπααας!! Θα σε σκίσω, ρε πούστη! Πάλι τα ίδια κόλπα έπιασες; Δεν μπορείς, ρε αληταρά, να κάνεις μια τράκα όπως όλοι οι φαντάροι;»

Έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Ήτανε η πρώτη φορά που άκουγα τον Δόκιμο να μιλά έτσι άσκημα.

«Το γράμμα είναι αληθινό», μου εξήγησε ο Δόκιμος αργότερα. «Όσο και να φαίνεται απίστευτο, βρέθηκε γυναίκα στο κόσμο τούτο που του έκατσε του Τόπα. Κι όχι μόνο, αλλά αφού έμεινε έγκυος, του έστειλε αυτό το γράμμα που τον παρακαλεί να την παντρευτεί, αλλιώς θ’ αυτοκτονήσει! Άκου, ν’ αυτοκτονήσει για τον Τόπα!» Ο Δόκιμος κούνησε το κεφάλι του μ’ απελπισία.
«Ύστερα;» ρώτησα, «τί έγινε ύστερα;»
«Της είπε να πάει να κόψει το λαιμό της». Ο Δόκιμος έκανε μια χαρακτηριστική κίνηση με την τεντωμένη παλάμη του μπροστά στο λαιμό, μια κίνηση που κι οι Γιαπωνέζοι ακόμα θα καταλαβαίνανε. 
«Της είπε;» νόμιζα πως ο Δόκιμος έκανε φραστικό λάθος.
«Ναι, της είπε, καλά το είπα. Έτσι της είπε –το τόνισε– κι ύστερα μπήκε στο καράβι και δεν ξαναβγήκε στη στεριά ακόμα κι όταν αυτή πραγματοποίησε την απειλή της». Σταμάτησε λίγο να μιλά, άναψε τσιγάρο ο ίδιος και συμπλήρωσε, έτσι που φάνηκε πως διάβαζε τη σκέψη μου. «Στο ίδιο καράβι ήμασταν, στο ίδιο μπάρκο! Ξέρω τι λέω!»



*     *     *




ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Γ. ΤΣΑΓΚΑΡΕΛΛΗ

Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1947 από γονείς μικρασιατικής καταγωγής. Αφού ολοκλήρωσε εκεί τις εγκύκλιες σπουδές του ήρθε στην Αθήνα για να φοιτήσει στην Φιλοσοφική Σχολή (Ελληνική & Αγγλική φιλολογία, καθώς και Ιστορία & Αρχαιολογία) στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Στην λογοτεχνία έκανε μια πρώτη εμφάνιση ενώ ακόμα ήταν φοιτητής, με δημοσιεύσεις διηγημάτων στον τοπικό τύπο της Μυτιλήνης, αλλά ασχολήθηκε ουσιαστικά με την συγγραφή μετά την συνταξιοδότησή του. Έχει τιμηθεί με Β! Βραβείο Μυθιστορήματος, Γ! Βραβείο Θεατρικού έργου, αλλά και Α! Έπαινο Ποίησης σε Πανελλήνιους Διαγωνισμούς. Διηγήματά του, όπως και ποιήματά του, έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς σε συλλογικά έργα και λογοτεχνικά περιοδικά. Είναι Μέλος της Ε.Ε. Λογοτεχνών. Έχουν εκδοθεί και κυκλοφορούν τα εξής έργα του: 

Σταγόνες στην Πέτρα – Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2001

Η υποδοχή και η εγκατάσταση των απορφανισμένων ελληνόπουλων της Μικρασίας στο χώρο της μητέρας Ελλάδας, η άνδρωση και η ενεργή συμμετοχή τους στα γεγονότα των δεκαετιών που ακολούθησαν την Καταστροφή του ’22, είναι ένα μικρό έπος για το οποίο μπορεί να πάρει κανείς μια ιδέα διαβάζοντας το βιβλίο τούτο. Τρία αδέρφια, χωρίς πατέρα, δίνουν τη δική τους μάχη εκεί όπου έταξε καθένα τους η μοίρα και τα ιδανικά του. Στο φόντο, τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα της πιο ταραγμένης εποχής του εικοστού αιώνα, μια εποχής που άρπαξε στα βρόχια της τουλάχιστον δυο γενιές και τις περιδίνησε καταστρέφοντας ανθρώπους και όνειρα. Η ιστορία τους, ιστορία του καθενός ξεχωριστά, που επηρεάζει ωστόσο και τα αγαπημένα τους πρόσωπα, ιδωμένη απ’ την σκοπιά του πρωταγωνιστή, άλλοτε τρυφερή και άλλοτε δραματική, μα πάνω απ’ όλα ανθρώπινη, είναι κομμάτι της ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας στην εποχή της μεγάλης αγωνίας της.  

Αλκαίος ο Λέσβιος – Ιστορικό Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2005 & 2015

Στο τέλος του 7ου αιώνα π.Χ. και στις αρχές του 6ου, στην Μυτιλήνη η οποία συνταράσσονταν από πολιτικές διαμάχες ανάμεσα στους ολιγαρχικούς και την ανερχόμενη τάξη των εμποροναυτικών που υποστηρίζεται από τον λαό, τρείς καθόλου συνηθισμένοι άνθρωποι, ο ποιητής Αλκαίος, ευδαιμονιστής αριστοκράτης και παθιασμένος ολιγαρχικός, ο Πιττακός, ο στρατηγός που νίκησε τους Αθηναίους στο Σίγειο, ένας απ’ τους εφτά σοφούς της αρχαιότητας, και η Σαπφώ, η μεγαλύτερη ποιήτρια όλων των εποχών, ένα σπάνιο συναπάντημα προσωπικοτήτων τέτοιας εμβέλειας σ’ ένα τόσο μικρό τόπο, βρέθηκαν μέσα στην δίνη αυτών των ταραχών, παίρνοντας θέση ανάλογα με τις αντιλήψεις τους. Όταν αποτυγχάνει η συνωμοσία των ολιγαρχικών για την ανακατάληψη της εξουσίας που ’χε περάσει στα χέρια των αντιπάλων τους, ο Αλκαίος με τα αδέλφια του που ήταν ανάμεσα στους αρχηγούς, αλλά και οι υπόλοιποι ομοϊδεάτες τους, μεταξύ των οποίων και η Σαπφώ, δραπετεύουν από την Μυτιλήνη αναζητώντας καταφύγιο στο Ιερό του Μέσου, στην Πύρρα, στον σημερινό κόλπο της Καλλονής στην Λέσβο. Ο Πιττακός, ο οποίος είχε αρχικά συμμετάσχει στην συνομωσία αλλά άλλαξε στρατόπεδο την τελευταία στιγμή, μένει πίσω, προκαλώντας την διάπυρη μήνι του Αλκαίου, οργή που εκφράζεται σε ποιήματά του, τους πρώτους λίβελους που γράφτηκαν ποτέ. Με προσήλωση στα ιστορικά στοιχεία που λειτουργούν σαν φόντο, αλλά και στις ιδέες και συναισθήματα που διαφαίνονται μέσα στα έργα και στα λόγια τους –όσα διασώθηκαν– επιχειρείται η «αναστήλωση» της εποχής και των περιπετειών των πρωταγωνιστών σ’ ένα μυθιστόρημα γεμάτο πάθη, συγκρούσεις και έρωτα.

Η Λίμνη της Φωτιάς Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2010

«Χριστιανή θα μείνεις, γκιοζούμ! Χριστιανός θα γίνω κι εγώ για την αγάπη σου, ψυχούλα μου! Αλλά, κρυφά! Θα το ξέρουμε οι δυο μα μονάχα, ντιλνταρίμ!» Είπε κι άπλωσε το χέρι του κι έκλεισε το δικό της μέσα στην απαλάμη του, που ήτανε μαλακή σαν μπαμπάκι, αρωματισμένη που ήτανε με σαφράνι και ναρδόσταχυ. 

Σαν έδινε αυτήν την υπόσχεση ο Ρουστέμ ντερέμπεης στην ρωμιά Σωσάννα δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ο κόσμος όλος θα γύριζε τ’ απάνου-κάτου σε λίγα χρόνια. Ακόμα, δεν φανταζότανε την αντίδραση της μοναχοκόρης του, της Ακιντέ, απ’ την προηγούμενη γυναίκα του, την τσερκέζα. Ο Ρουστέμ θαρρούσε πως πάνω στην αητοφωλιά του Καϊμάζ θα προφύλασσε την φαμίλια του απ’ τους τσέτες και τους χαϊντούκους που λυμαίνονταν το δοβλέτι. Εκεί, η φλογερή, δολοπλόκα Ακιντέ τυλίγει στα ερωτικά της δίχτυα τον ετεροθαλή αδερφό της με την διπλή γενιά, γιο της Σωσάννας, ψάχνοντας να εκδικηθεί την ρωμιά μητριά της για την πίστη της, την γενιά της, την ‘κλεμμένη’ αγάπη του πατέρα της. Τελικά όμως, μπλέκει κι η ίδια , σαν την νυχτοπεταλούδα, να πετάει ολοτρόγυρα στην φλόγα του έρωτα. Μια ιστορία όπου τα ανθρώπινα πάθη αναδεύονται συνεχώς, πότε σε προσωπικό, πότε σε φυλετικό, πότε σε ιδεολογικό επίπεδο. Πάθη δυνατά και λάθη που απαιτούν την κάθαρση, σαν σε αρχαία τραγωδία.    

Τ’ Ανεμογκάστρι Έμμετρη θεατρική σάτιρα, Αθήνα, 2011

Ένα θαύμα αναγγέλλεται στην αρχή του έργου που αποτελείται από 1.040 ζευγαρωτούς ομοιοκατάληκτους στίχους και επιχειρεί να σατιρίσει την σημερινή κατάσταση κατά τα Αριστοφανικά πρότυπα. Η οποιαδήποτε παραβατική συμπεριφορά θα είναι αδύνατη και θα επικρατεί πλέον η αρετή και το δίκιο. Ο πρώτος που δέχεται την επίδραση του θαύματος –απόδειξη του ότι είναι ο αγαθότερος– εκλέγεται κυβερνήτης και εξαγγέλλει ανάλογες αλλαγές που όμως προκαλούν αντιδράσεις αφού θίγεται η ευημερία ορισμένων. Οι πρώτες αντιδράσεις ξεκινούν αφού ακόμα και οι ευεργετούμενοι νοσταλγούν τις ‘παλιές, καλές μέρες’, όταν μπορούσε ο καθένας να επιλέξει ελεύθερα ανάμεσα στο καλό και στο κακό.     

Εύρηκα! Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2012

Η Έρρικα, η νεαρή σύζυγος ενός ανώτερου υπαλλήλου της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Αθήνα, λάτρης της Ελλάδας, τον εγκαταλείπει αηδιασμένη απ’ το ρόλο του στην επιβολή του πραξικοπήματος των Συνταγματαρχών το 1967. Αποζητώντας την ψυχική της γαλήνη ταξιδεύει ανά την Ελλάδα, επιλέγοντας το πλοίο της γραμμής για Μυτιλήνη. Στο ίδιο πλοίο, ο Αλέξης, γόνος εύπορης οικογένειας που κατάγεται απ’ τη Λέσβο, αιώνιος φοιτητής, playboy, αλλά και επίδοξος αντιστασιακός, της πιάνει κουβέντα προκειμένου να περάσει πιο εύκολα η ώρα. Το επόμενο βράδυ, όταν ο Αλέξης επιστρέφει χαράματα στο πατρογονικό του σπίτι, μετά από μια ονειρική βραδιά με την Έρρικα, βλέπει ένα τζιπ της ΕΣΑ να περιμένει με αναμμένη μηχανή στον δρόμο εκεί μπροστά, και… τα προβλήματα αρχίζουν. Ο Αστυνόμος Γρηγόρης Καράμπελας, απ’ τη μια, που ερευνά την εξαφάνιση της Έρρικας, αλλά και η Φαίδρα απ’ την άλλη, η αδερφή του Αλέξη, που καταφθάνει στην πόλη προκειμένου να εντοπίσει τον επίσης αγνοούμενο αδερφό της, καλούνται να συνθέσουν το πάζλ των σκόρπιων στοιχείων και να τους βρουν το συντομότερο. Η Ελλάδα της δικτατορίας που ποδηγετείται απ’ τους Αμερικανούς και οι απαρχές της αντίστασης εναντίον της, αποτελούν τον καμβά επάνω στον οποίο η πολιτική και κοινωνική ιστορία του τόπου διαπλέκεται με την ερωτική ιστορία των πρωταγωνιστών.  

Η τελευταία θυσία Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2014

Τις μέρες εκείνες του Νοέμβρη του ’73, όταν μ’ αφορμή την κατάληψη του Πολυτεχνείου απ’ τους φοιτητές εκδηλώνεται η γενικότερη έκρηξη αντίστασης ενάντια στην Χούντα των συνταγματαρχών, τέσσερεις άνθρωποι που εκπροσωπούν διαφορετικές γενιές και αντιλήψεις, έρχονται αντιμέτωποι με το παρελθόν και το παρόν τους. Ο έρωτας που ενώνει, τα στερεότυπα που χωρίζουν και η συγχώρεση που δεν δόθηκε ποτέ, ακολουθούν πορεία παράλληλη με τις δραματικές εξελίξεις, μπλέκονται μαζί τους, για να κορυφωθούν την ύστατη ώρα, την ώρα της τελευταίας θυσίας.  

Ο Χαμός του Γιώργη και άλλες ιστορίες – Διηγήματα, Αθήνα, 2017. 

Τέσσερα διηγήματα σκηνικά τοποθετημένα στο παρελθόν αλλ’ όμως διαχρονικά σε ότι αφορά τα μηνύματα που εκπέμπουν, ήτοι την αδυναμία του ανθρώπου να ζήσει σε αρμονία με τα όνειρά και τις επιθυμίες του εξαιτίας της εξάρτησής του απ’ τις κοινωνικές συμβάσεις και τα γενικότερα ιστορικά δρώμενα αλλά και τις δικές του ελλείψεις και λανθασμένες επιλογές. Ο Νικολής, στο πρώτο διήγημα με τον τίτλο αυτόν, μπορεί να ζήσει τ’ όνειρό του μονάχα σε εικονική πραγματικότητα.  Ο Γιώργης, στον «Χαμό του Γιώργη», υφίσταται τις συνέπειες της εθελούσιας απομάκρυνσής του απ’ την συζυγική εστία. Η αλυσίδα της ζωής δεν επιτρέπει την επανασύνδεση του κρίκου που έφυγε απ’ τη θέση του. Η μικρή Γαρυφαλλιά, στο «Η καρδιά της Γαρυφαλλιάς», καταφέρνει μεν να τραβήξει την προσοχή των άλλων με τους παιδιάστικους θεατρινισμούς της αλλ’ όχι το παραπάνω που χρειάζεται, και τέλος, η Ασημίνα, στο τελευταίο με τον τίτλο «Ο Χριστός Απορεμένος», θύμα των διενέξεων που πλήγωσαν τον περασμένο αιώνα, φτάνει στο σημείο να λησμονήσει το στήριγμα της ζωή της όλης.  

Μια παλιά ιστορία Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2017

Ή αλλιώς μια ιστορία γνωστή με τον τρόπο που γράφτηκε κάποτε, αυτόν που εξυπηρετούσε έναν συγκεκριμένο σκοπό. Αυτή η ‘Παλιά ιστορία’ παρουσιάζεται εδώ με τον πραγματισμό, τον ρεαλισμό που αρμόζει στην εποχή μας. Παρουσιάζεται με την οπτική που ξεκινά απ’ τη γνώση πως ο κόσμος κυβερνιέται από άτομα και ομάδες με φιλοδοξίες , πάθη κι ελαττώματα που εμπλουτίζονται προοδευτικά καθώς η άσκηση εξουσίας επηρεάζει τον χαρακτήρα τους. Οι παρασκηνιακές ενέργειες κι επιδράσεις, οι λανθασμένοι σχεδιασμοί, που δεν μπορούν να λείπουν, είναι συγγραφικά ευρήματα και τεχνάσματα που συνάδουν με την μυθιστοριογραφία κι επινοούνται, αλλά πάλι είναι δύσκολο να τ’ αρνηθεί κανείς και να τα θεωρήσει σαν ολωσδιόλου ανύπαρκτα. Και η ‘Παλιά ιστορία’ τούτη, δοσμένη με μυθιστορηματική, ανήκουστη ελευθεριότητα, αλλά και με έμμεσες αναφορές σ’ ένα ιστορικό γεγονός το οποίο έγινε αφετηρία για κοσμογονικές αλλαγές, πάει βαθύτερα από ένα απλό μυθιστόρημα.    

Το Ουρανόδροσο Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2018

«Με ποιό τρόπο θα μπορούσε να ειπωθεί μια ιστορία γεμάτη προβληματισμό για τα όσα συμβαίνουν στον κόσμο μας; Πώς θα μπορέσουμε ν’ αντέξουμε το βάρος ετούτο και να συνεχίσουμε τη ζωή μας με την ελπίδα ν’ αχνοφέγγει στο βάθος του μυαλού μας;» αναρωτιέται ο συγγραφέας και η απάντηση δίνεται σε τούτο το παραμύθι, όπως άλλωστε γινότανε πάντα, ένα παραμύθι που να γεννά αισιοδοξία, να τέρπει αλλά και να σπρώχνει στον ιδεαλισμό, στην καλλιέργεια της Ιδέας του Καλού που θα μπορέσει κάποια στιγμή να νικήσει τον Μοχθηρό. Ένα παραμύθι όπου ο ‘…ουρανός τη δρόσο θα σταλάξει για την ψυχή που νάρκωσε κι ανάθρεψε ο λωτός’, καταπώς λέει κι ο Γιώργος Σεφέρης. Ένα παραμύθι που όμως, απ’ ένα σημείο και μετά συγκοινωνεί με την πραγματικότητα, ασχολείται με τα όσα έγιναν και γίνονται, αυτό το «…κι όχι μόνο» που συνοδεύει το «ανέμης λόγια…» του υπότιτλου. Ένα παραμύθι για μεγάλους, για μεγάλα παιδιά π’ έχουν διαβάσει Ιστορία, π’ έχουν γνώση της πραγματικότητας. «Δωσ’ της κλώτσο να γυρίσει…», λοιπόν, όπως άλλωστε διαβάζουμε στο Οπισθόφυλλο, όπου επιχειρείται το να κατατοπιστεί σε συντομία ο δυνητικός αναγνώστης σχετικά με το αντικείμενο και την ‘ανθρωπογεωγραφία’ του βιβλίου που φέρνει τον τίτλο «Το Ουρανόδροσο», δηλαδή ‘Η εξ ουρανού δρόσος’, που θα μας τραβήξει, θα μας απαλλάξει από τη νάρκη, την απουσία κριτικής σκέψης κι αβασάνιστη αποδοχή των όσων μας σερβίρουν μέσω των «μίντια» οι «Εφτακέρατοι Νάνοι» καθώς τους ονομάζει. Με το σκεφτικό τούτο, έδωσε μια της ανέμης που άρχισε να γυρνά, να ξετυλίγεται το παραμύθι για την ύπαρξη της ελπίδας για την αλλαγή της εικόνας  του κόσμου που ξέρουμε, την μεταλλαγή του σ’ εκείνον της «Ουρανικής Ιδέας» του Παλαμά. Μια φαντασίωση ίσως, αλλά πάλι, όλο και κάτι γίνεται λίγο το λίγο, όλο και πιο πολλοί άνθρωποι σηκώνουν το κεφάλι ψηλά αποζητώντας τον κόσμο αυτόναν, αφού οι σταλαγματιές απ’ το Ουρανόδροσο της γνώσης, της καλλιέργειας και της κριτικής σκέψης πληθαίνουν συνεχώς, ξυπνούν τον κόσμο απ’ τη νάρκη του λωτού, όπως περιγράφτηκε προηγουμένως, και ίσως φέρει κάποια στιγμή τους ‘Εφτακέρατους Νάνους’ και τον ‘Μοχθηρό’ σε δύσκολη θέση. 

Φωνές της σιωπής Μυθιστόρημα, Αθήνα, 2019

Η ιδέα του να εκφράζεται κανείς ελεύθερα, του να μην έχει καμιά απολύτως δυσκολία να μιλήσει, να φανερώσει την όποια σκέψη του, ή ακόμα την όποια ‘δύσκολη’ αλήθεια έτυχε να γνωρίσει, δίχως τον φόβο των συνεπειών που μπορεί να προκαλέσει η πράξη του αυτή, η τόσο ασυνήθιστη για τις ανθρώπινες κοινωνίες διαχρονικά, ήταν κι είναι εξαιρετικά ελκυστική, παρά το γεγονός ότι είναι αποδεδειγμένα ζημιογόνο τούτο για όποιον δεν καταφέρνει να συγκρατήσει, να βάλει φρένο στη γλώσσα του. Και ήταν τελικά αυτή η ιδέα, το κίνητρο για το βιβλίο τούτο, για το οποίο μπορεί κανείς να βρει περισσότερες πληροφορίες στον πρόλογό του, ενός βιβλίου που θα έλεγε κανείς ότι αποτελεί μια πινακοθήκη προσωπογραφιών ανθρώπων που μιλούν μέσα από τον τάφο τους, ελεύθεροι από κάθε φόβο για τις συνέπειες των όσων αναθυμούνται κι αποκαλύπτουν, όσα δεν τολμούσαν να πουν όντας ζωντανοί, βγάζοντας στην επιφάνεια τις πιο μύχιες σκέψεις, συναισθήματα, ανομολόγητες πράξεις τους, αλλά και μυστικά που κρατούσαν επιμελώς κρυμμένα όσο που ζούσαν. 

Το έργο αυτό κέρδισε το Β! Βραβείο στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό ‘Ασημένια Σελίδα’.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Περιμένουμε τις απόψεις σας!