Ο «ΚΕΦΑΛΟΣ - Το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς» έχει ξεκινήση μία νέα δράση με τίτλο: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ» και προσκαλεί όλους τους Λογοτέχνες, Ποιητές και Συγγραφείς να συμμετάσχουν σ' αυτήν. Σκοπός της εν λόγω δράσης είναι η προβολή μέσω αφιερωμάτων και συνεντεύξεων των σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών, Ποιητών και Συγγραφέων, είτε έχουν εκδώσει κάποιο βιβλίο είτε όχι και η δημιουργία του πρώτου τόμου της «Ηλεκτρονικής Εγκυκλοπαίδειας των Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών», η οποία θα συσταθεί σε μία ανεξάρτητη ιστοσελίδα με τη μορφή ηλεκτρονικών τόμων και την έκδοση δωρεάν e-book.
Στη σημερινή μας παρουσίαση στα πλαίσια της δράσης: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ», θα σας παρουσιάσουμε τον λογοτέχνη Θεοφάνη Λ. Παναγιωτόπουλο, ο οποίος συμμετέχει στην «Εγκυκλοπαίδεια Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών» και απάντησε στις ερωτήσεις του Δημοσιογράφου, Λογοτέχνη και Εκδότη του Περιοδικού Κέφαλος, κ. Πλούταρχου Πάστρα, για το λογοτεχνικό του έργο, τα βιβλία και τη λογοτεχνία.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟΦΑΝΗ Λ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟ
1. Αν έπρεπε να δώσετε έναν ορισμό για τη λογοτεχνία, ποιος θα ήταν αυτός;
Ένα ατέλειωτο ταξίδι προς την Ιθάκη.
2. Τι μπορεί να προσφέρει η λογοτεχνία στο σύγχρονο άνθρωπο;
Έχει την δύναμη να του ανοίξει νέους ορίζοντες.
3. Η ποίηση στις ημέρες μας δεν έχει τη θέση που κατείχε παλαιότερα. Για ποιο λόγο πιστεύετε πως συμβαίνει αυτό και πως θεωρείτε ότι θα είναι το μέλλον της;
Όπως είχε πει και ένας φίλος μου ποιητής που έφυγε από την ζωή «ποίηση γράφουν πολλοί αλλά δυστυχώς λίγοι είναι εκείνοι που την διαβάζουν» και όσο κι αν ακούγεται παράδοξο δυστυχώς συμβαίνει.
4. Και τώρα μία δύσκολη ερώτηση. Τι σημαίνει για σας ποίηση;
Είναι πολλά πράγματα που ίσως να μην μπορούν να ειπωθούν αυτολεξεί. Σίγουρα όμως είναι λύτρωση.
5. Πότε ξεκινήσατε ν’ ασχολείστε με την τέχνη του λόγου και ποιος ήταν ο λόγος που σας παρότρυνε;
Από σχετικά μικρή ηλικία... ο λόγος νομίζω είναι πως δεν μπορώ να μην ασχολούμαι με την τέχνη της γραφής.
6. Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας;
Πηγή έμπνευσης μπορούν να γίνουν τα πάντα. Ακόμη κι από κάτι... που για τους περισσότερους δεν έχει καμία αξία ή περνά τελείως απαρατήρητο.
7. Με ποιο λογοτεχνικό είδος ασχολείστε περισσότερο;
Κυρίως με το μεταφυσικό κομμάτι της ζωής και πρόσφατα έχω αρχίσει να ασχολούμαι και με πιο κοινωνικά θέματα.
8. Πείτε μας λίγα λόγια για το τελευταίο σας βιβλίο που έχει τίτλο: «Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΑΣΠΑΣΜΟΣ».
Είναι μεταφυσικού περιεχομένου χωρίς να λείπει και το στοιχείο του έρωτα σε κάποιες ιστορίες... Ένα κράμα, θα έλεγα, μύθων, θρύλων, μαγείας, και παραδόσεων. Μια μετάβαση στην απέναντι όχθη αλλά... και ο γυρισμός ξανά... εδώ...! Ο θάνατος έχει στροφές και πρόσωπα, που διάλεξαν να γυρίζουν πίσω...
Κάποιοι ήρωες μου υπήρξαν αληθινά πρόσωπα και κάποιοι άλλοι ενδέχεται να γεννηθούν…
9. Ποια είναι η αγαπημένη σας ώρα μέσα στην ημέρα που κάθεστε και γράφετε;
Δεν έχω συγκεκριμένες ώρες... ενίοτε αξημέρωτα κι άλλοτε μεσάνυχτα...
10. Πως θα χαρακτηρίζατε τη λογοτεχνική παραγωγή σήμερα;
Αξιόλογη.
11. Ποιο θεωρείτε πως είναι το μυστικό της επιτυχίας ενός Best Seller;
Δεν θεωρώ πως υπάρχει κάποιο μυστικό. Βέβαια πολλά από τα ευπώλητα αναγνώσματα στηρίζονται καθαρά σε διαφημιστικές καμπάνιες.
12. Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα στο έντυπο ή στο ηλεκτρονικό βιβλίο, εσείς ποιο θα επιλέγατε;
Δίχως δεύτερη σκέψη το έντυπο βιβλίο. Οι χάρτινες σελίδες του, το μελάνι και τ' άρωμα του είναι μαγεία... Είναι ολόκληρη ιεροτελεστία το να διαβάσεις ένα βιβλίο.
13. Ποια συμβουλή θα δίνατε σ’ ένα νέο λογοτέχνη;
Τα αγαθά κόποις κτώνται.
14. Τώρα ας περάσουμε στην πλευρά του αναγνώστη. Ποιο είναι το τελευταίο βιβλίο που διαβάσατε;
Το πιο πρόσφατο είναι «Ο θησαυρός του χρόνου» του Μένη Κουμανταρέα.
15. Ποια είναι τ’ αγαπημένα σας βιβλία;
Μου αρέσουν πολύ τα αυτοβιογραφικά, τα ιστορικά και τα μεταφυσικού περιεχομένου βιβλία.
* * *
Προσμονή
(Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος)
(Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος)
Έλα απόψε δεσμώτη στη κάμαρα μου
εγκατέλειψε τις γειτονιές της μνήμης
με γυμνό στέρνο και αστραγάλους πλησίασε με
να σε φιλήσω δίχως όνειδος• με πλήρη αφοσίωση!
Ξένα γόνατα και χέρια μην επιτρέψεις να σ’ αγγίξουν
θα σ’ αρρωστήσουν άδικα τα ξένα μέλη …
Πλάγιασε κοντά μου
μη προσμένοντας τον θάνατο από κοινές αιτίες
ν’ αναστηθούμε από νωρίς…
Χωρίς αλισβερίσι με Θεούς και εξομολογήσεις.
Φθινοπωρινά Ρόδα
(Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος)
Πώς να ανθίσουν τα ρόδα της ψυχής μου
όταν ο δημιουργός τους, είναι άφαντος;
Πώς να υπομείνω τις ανεμοθύελλες του χειμώνα
όταν βρίσκομαι συνεχώς γυμνός;
Πώς να ξεδιψάσω με τις λιγοστές σταγόνες
φθινοπωρινής βροχής;
- γλιστρούν και εξαφανίζονται στις ρίζες των φυτών-
το δειλινό πλησιάζει αμετανόητο- για λίγη υπομονή…
Δεν ξοδεύει καθόλου χρόνο για σένα – αντιθέτως μ’ εμένα!
Τα σύννεφα σμίγουν, αγκαλιάζονται όλα μαζί
θαρρείς πως δεν θα χωριστούν ποτέ ξανά
τα μάτια σου, γυρνούν στον ουρανό…
Μην αποφεύγεις μάτια μου, της φύσης το κάλεσμα
του κορμιού σου
τα μυστικά μην εγκαταλείπεις, για ένα τελευταίο φθινόπωρο …
Ας αφεθούμε στην εποχή της αποσύνθεσης
των ξεθωριασμένων χρωμάτων
του λιγοστού ηλίου
την εποχή της λήθης
του αποχωρισμού
και μοιραία του χωρισμού…
Μην αρνηθείς τις εποχές.
Κορδέλα φιόγκο, βερμιγιόν
(Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος)
(Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος)
ΟΙ ΚΑΤΑΡΕΣ ΤΗΣ ΜΥΡΝΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΗΤΑΝ κάτι που δεν λησμόνησα από τα γεννοφάσκια μου. Ήταν ο πέμπτος τροχός της αμάξης για την Μύρνα. Οργή, μένος και αλλοφροσύνη αγκύλωναν την τρυφερή λιλιπούτεια καρδιά της μεγαλύτερης αδερφής μας. <<Που είναι η μάνα σας;>>
Σαν άγριος κισσός και σαν αλμυρό- ταξιδιάρικο κύμα που θάβει τα λεπίδια του βράχου ή σαν τα νύχια της αλεπούς που φθάνουν λυσσασμένα ως το κόκκαλο του άτυχου θηράματος της, διαπέρασε και γαντζώθηκε σε κάθε γωνιά της κάμαρας, η βροντώδης φωνή του Λυκούργου – πατέρα μας- ο οποίος στάθηκε για κάποιες στιγμές απορημένος στο κατώφλι της πόρτας. Ένας πατέρας αβρός, φιλήσυχος, στωικός.
[…]
Τα γονικά μας καλλιεργούσαν ανοίκεια κτήματα για το μεροδούλι- μεροφάι ως το απομεσήμερο. Η γιαγιά βούλιαζε σε μία μωβ πλαστική καρέκλα κάτω από την κληματαριά της αυλής μας. Πότε κοιμόταν πότε χάιδευε την Ζμίνα, μια λευκή γάτα που είχαμε -με χλοερούς οφθαλμούς. Τα δάχτυλα της χάνονταν στην ράχη με τις λευκές τρίχες της Σμίνας. Τα βλέφαρα -της γιαγιάς κατέβαιναν χαμηλά, ήταν σαν να ταξιδεύει κάπου μακριά από εδώ… Από εμάς… (Επικοινωνούσε σε μία άλλη διάσταση και συγχρόνως και στη δική μας - πόσο μακριά μπορεί να βρισκόμαστε ο ένας από τον άλλο ενώ σωματικά να είμαστε αγκαλιά; Πολύ μακριά, χιλιάδες μίλια, τεράστιες αποστάσεις… ) Η χιονισμένη γάτα γρύλιζε, για να την χαϊδεύει περισσότερο, μα αποκοιμιόταν η Αλεξία. Η Ζμίνα με ένα σάλτο μικρής χορεύτριας χανόταν στις πατωσιές του μπαχτσέ. Η γιαγιά συνέχιζε να μεταναστεύει με καμμυομένους οφθαλμούς.
[…]
Χάβρα των Ιουδαίων επικρατούσε στην οικία μας. Τις πρώτες ημέρες με το υστερότοκο ανάμεσα μας και εμείς σε ρόλους που είχαν κάπως αντιστραφεί. Είχαμε αποδιοργανωθεί πλήρως. Συγχωριανοί έφθαναν κάθε τόσο για τα συχαρίκια. Τις θολές εκείνες ημέρες η Αντιγόνη ζούσε σε αλλόκοτες στιγμές. Όλο συλλογισμένη και αφηρημένη σχεδόν δεν μιλούσε – σε κανέναν μας- κάτι τι βασάνιζε ήταν ολοφάνερο μα δεν ξέραμε. Δεν γνωρίζαμε ακόμη. Θα ανακαλύπταμε αργά ή γρήγορα μόνες μας το μυστικό κουβάρι και θα βρίσκαμε την αιτία.
[…]
Ένα κανελί δειλινό, Σεπτέμβρης ήταν θαρρώ, βοηθούσα την Πολυξένη στα χωράφια. Εκείνη μάζευε το τριφύλλι, με το δικράνι κι εγώ κουβαλούσα τα σύρματα και την πένσα. Κάποιες στιγμές σταματούσαμε για λίγο, με κυνηγούσε -πάντα με έπιανε- μετά την κυνηγούσα εγώ, καθώς δεν αντέχαμε άλλο το λαχάνιασμα, πηγαίναμε κάτω από μία γέρικη καρυδιά με βαρύ ίσκιο – όπως συνηθίζουν τα δέντρα αυτά, κι αν σε ξεγελάσουν οι σκιές των χεριών τους και αποκοιμιόσουν , γινόσουν διαβατάρικο μαύρο πουλί, και χανόσουν… τρώγαμε σταφύλι και βατόμουρα. Ακουμπούσα το κεφάλι μου, στον μάλλινο χείμαρρο που έτρεχε από το κρανίο της Πολυξένης. Είχε μία κώμη που έφθανε μέχρι τους αστραγάλους. Η Μύρνα κάθε τόσο μας κούρευε κάτω από την κληματαριά επάνω σε ένα λευκό σεντόνι. Την Πολυξένη όμως δεν της έκοβε ούτε μία τρίχα μα ούτε και την άφηνε μόνη της να λογαριάσει τα μαλλιά της. Ξεχωρίζαμε όπου πηγαίναμε, εγώ και η Αντιγόνη με ένα καρέ που δεν έφθανε να φιλήσει τους ώμους μας και εκείνη ένα μαλλί που έμοιαζε με παγίδα και της έβαζε τρικλοποδιές.
[…]
Η Πολυξένη πολλές νύχτες είχε αϋπνίες -σε αντίθεση με την μάνα που την κυνηγούσαν οι Ερινύες- ερχόταν στο ράντζο μου, χάιδευε τα μαλλιά μου και ξεκινούσε να διηγείται παραμύθια με δράκους και νεράιδες – που πετούσαν και κάθε τόσο σκόρπιζαν χρυσόσκονη στην νύχτα – μέχρι να ξημερώσει. Δεν αργούσε πολύ να με συλλάβει ο Μορφέας, σαν το αντιλαμβανόταν έβγαζε την βερμιγιόν κορδέλα φιόγκο την άφηνε στα χέρια μου και έφευγε νυχοπατώντας . Μόνο τα βράδια μου την εμπιστευόταν. Μυστήριο πράγμα…
[…]
Όταν ήμουν έξι, επτά χρονών με ξυπνούσε ένα χέρι ανάμεσα στα σκέλια ή στην πλάτη μου, πάντα μου ψιθύριζε στο αυτί ο μακαρίτης θείος Ιάσωνας, <<κοιμήσου μωρό μου>> και όσο ψιθύριζε τόσο το χέρι γινόταν και πιο ζεστό.
Όταν αρρώσταινα τους χειμώνες η μάνα με έτριβε με μία κρέμα από μέντα με σκέπαζε και ξαφνικά ένιωθα να παίρνω φωτιά, αργά στο άνθισμα της νύχτας ίδρωνα και εκείνη με άλλαζε με στεγνά ρούχα. Όμως εκείνους του μήνες με τον θείο δεν ήμουν άρρωστη αλλά ήταν και καλοκαίρι…
Ένα βράδυ του Δεκέμβρη είχα αρρωστήσει πολύ, η μάνα με έτριψε μα εγώ δεν ήθελα να σκεπαστώ και να κοιμηθώ και όλο τις γλιστρούσα από τα χέρια και έτρεχε από πίσω μου μέχρι να με πιάσει, σαν ήταν κουρασμένη ένα βράδυ με ταρακούνησε και μου έβαλε τις φωνές, έτρεξα στο κρεβάτι μου, και τελείως ασυνείδητα της είπα:
<<Άλλη φορά θέλω τον θείο Ιάσωνα να με τρίψει.>>
<<Μπα; Τι μα λες; Σε έτριψε πολλές φορές ο θείος σου;>>
Της εξήγησα πως όλο το καλοκαίρι με έτριβε τις νύχτες που όλοι κοιμόντουσαν και πριν ολοκληρώσω τα συμβάντα, άρχισε να κοκκινίζει βάζοντας τις παλάμες στα φλεγόμενα μάγουλα της φεύγοντας σαν σίφουνας από το πατάρι.
Η Τίνα και ο θείος ήταν παρελθόν. Η Τίνα έγινε στάχτη, ούτε τα στιλπνά μάτια της δεν γλίτωσαν από την πύρινη λαίλαπα η οποία κατάπιε και τον θείο Ιάσωνα, ένα απόγευμα που λείπαμε όλοι στα κτήματα ακόμη και η γιαγιά – επέμενε η μάνα πως θα ήταν ευεργετικός ένας περίπατος. Μία μυρωδιά μας είχε κάψει τα ρουθούνια. Σαν να είχαν αδειάσει μπιτόνια από πετρέλαιο.
[…]
Αγαπημένη μου αδερφή Αντιγόνη, πριν τρείς ημέρες κηδέψαμε την Πολυξένη μας, την βρήκαμε να είναι παγωμένη επάνω σε ένα τάφο. Εκεί κοιμόταν τα τελευταία χρόνια που δεν την έβλεπα στην αυλή κάθε φορά που βούλιαζε η ημέρα στο έρεβος. Το μάρμαρο του μνήματος έγραφε: ‘’ Πηνελόπη Κάρδαλη ετών είκοσι δύο ’’,εκεί έγινε η ταφή της αδερφή μας. Της βάλαμε το κουτάκι με τα οστά της μητέρας της, στα χέρια. Την γεμίσαμε τριαντάφυλλα λευκά.
[…]
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΕΟΦΑΝΗ Λ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
Ο Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε στην Ευρυτανία. Είναι απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής, του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έχει μαθητεύσει σε προγράμματα του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, με περιεχόμενο την Δημοσιογραφία & ΜΜΕ, την Πολιτισμική Διπλωματία και τον Πολιτισμό & Ιστορική μνήμη. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια Θεολογικού, Ιστορικού, Φιλοσοφικού, Παιδαγωγικού και Πολιτιστικού χαρακτήρα.
Απέκτησε πτυχίο Ζωγραφικής & Αγιογραφίας. Ακόμη, συμμετείχε σε σεμινάρια εκμάθησης Νοηματικής γλώσσας. Παρακολούθησε μαθήματα θεάτρου και σκηνοθεσίας.
Το πρώτο βιβλίο του ‘’Αειθαλές Σκίρτημα’’• {ποιητική συλλογή}, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Όστρια το 2016. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην τρίτη επανέκδοση.
Ποιήματα του, έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, κάποια ενδεικτικά είναι: ‘’ iamvos art’’, »Ποιείν», »Vakxikon.gr», » Συμπαντικές διαδρομές», »Ατέχνως», »Fractal», & »Βιβλίο net», «poihmata. Gr», «DIFERNEWS» και ΑΝΕΜΟΣ magazine.
Έχει συμμετάσχει στο Καλλιτεχνικό ημερολόγιο 2017 – αφιερωμένο στον Νίκο Καζαντζάκη αλλά και στο ημερολόγιο 2018 – στο Βιβλίο net. Ποιήματά του, έχουν διαβαστεί στον Ραδιοφωνικό σταθμό la vita radio, στην εκπομπή »Ρωγμή του Λόγου». Έχουν μεταφραστεί στα Ισπανικά και κάποια έχουν μελοποιηθεί.
Το 2017 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του ‘’Ο Τελευταίος Ασπασμός’’ {συλλογή διηγημάτων} από τις εκδόσεις Όστρια.
Το 2018 κυκλοφόρησε η κοινή ποιητική συλλογή του ‘’Η Εκπλήρωση του Ανεκπλήρωτου’’ σε συνεργασία με την Στέλλα Σουραφή, εκδόσεις Άνεμος.
Τέλος, αρθρογραφεί στην στήλη «Λογοτεχνικές Διαδρομές» της εφημερίδας «Ευρυτανικά Νέα». Έχει την δική του ραδιοφωνική εκπομπή «Book traveller» στους 97,5 FM ράδιο Καρπενήσι .
Ο Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος είναι μέλος στην Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών.
Εργογραφία
(2016) Αειθαλές Σκίρτημα (Ποιητική συλλογή), εκδόσεις Όστρια
(2017) Ο Τελευταίος Ασπασμός (διηγήματα), εκδόσεις Όστρια
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα:
(2018) Η Εκπλήρωση Του Ανεκπλήρωτου, εκδόσεις Άνεμος
(2017)Νίκος Καζαντζάκης, εκδόσεις Πνοές λόγου και τέχνης
(2017)Μενέλαος Λουντέμης, εκδόσεις Πνοές λόγου και τέχνης
(2017)Εαρινό ημερολόγιο, εκδόσεις Πνοές λόγου και τέχνης
(2017) Σκοτάδι, Συμπαντικές Διαδρομές
(2017) Μαγικοί Χοροί, Συμπαντικές Διαδρομές
(2018)Συνομιλώντας με τον Κ.Π. Καβάφη, εκδόσεις Όστρια
(2018)Του έρωτα τα όνειρα, εκδόσεις Πνοές λόγου και τέχνης
(2018) ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ – Συλλεκτική έκδοση, εκδόσεις Πνοές λόγου και τέχνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Περιμένουμε τις απόψεις σας!